Φοδραρισμένος ο κολλαριστός γιακάς Και το χιτώνιο ερμητικά κουμπωμένο, Ιδού τη σκανδάλη ακουμπάει ο θανατάς, Του ταγματάρχη το δάχτυλο εκβιασμένο. Έφθασε η ώρα! Μπροστά μόνο ζωή-φρίκη... Στιγμή χωρίζει από τον λυτρωμό ολοκληρωμένο. Ο! Πόσο σύντομη η διαδρομή από τη θήκη Μέχρι τον κρόταφο τον ξυρισμένο. Χλωμό πρόσωπο με χαμόγελο σαρδόνιο Περιμένει του σμπάρου τον τρομόηχο, Κι ο θάνατος προσηλωμένος απ’ το στόμιο Πάνω στον κρόταφο άτριχο. Φαινόταν από το πλάι, τον ματιών η φλόγα, Και δίπλα κάτι δονούσε κι λυσσομανούσε: Στον κρόταφο το αίμα μες στην φλέβα Πάλλονταν, δηλαδή... διαφωνούσε. Και πριν να ορμήσει και τσαλακώσει το αίμα Μες στο μυαλό η μολυβένια μπιλίτσα, ’ξαφνα κόλλησε ο θάνατος με περιέργεια στο βλέμμα Πάνω στην ελεεινή λυσσασμένη φλεβίτσα. Καθυστέρησε ο θάνατος και έχασε... Και αναγκάστηκε πίσω στη θήκη να μπει. Έτσι ο θάνατος τόσο κοντά έφτασε Στην εκ γενετής τη μισητή ζωή.
© Γιώργος Σοϊλεμεζίδης. Μετάφραση, 2015